Μίαν αυγουστιάτικη Κυριακή, λίγες ημέρες πριν πάρω όπως πολλοί ξανά τον δρόμο της ξενιτιάς, θέλησα να εκκλησιαστώ οικογενειακά στον ιερό ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Λίνδο.
Δεν θα μπορούσα να προβλέψω ότι αυτή η εγκάρδια επιθυμία για λίγες προσωπικές στιγμές, θα με έκανε να προβληματιστώ δημόσια. Ήταν η πρώτη φορά που βρισκόμουν εντός του ασύλητου και εντυπωσιακού αυτού χώρου. Οι ολοζώντανες τοιχογραφίες του 13ου αιώνα, οι λιγοστές αχνές φιγούρες πιστών μέσα από θυμιάματα και οι μπάσοι βυζαντινοί φθόγγοι ζωντάνευαν στο πρωινό φως στιγμές αλλοτινής δόξας. Προϊόντος του μισεμού που πλησίαζε από τη μία και της ευλάβειας που με κυρίευσε από την άλλη, αισθάνθηκα την ανάγκη να κοινωνήσω. Στάθηκα με την μητέρα μου στην στοίχιση των πιστών μερικά μόλις βήματα πριν τον ιερέα που κοινωνούσε τους τελευταίους μπροστά μας. Αίφνης, παρατηρώ μια σκοτεινή φιγούρα να κινείται προς το μέρος μου. Γυρνώ και βλέπω έναν σωματώδη κύριο με μούσι και μαύρο κοντομάνικο μπλουζάκι να με πλευρίζει, να με πιάνει από τον αγκώνα και να με ρωτά:
0 Comments
|
Archives
October 2019
Categories
All
|